-
1 soir
βράδυ -
2 večer
βράδυ -
3 wieczór
βράδυ -
4 вечером
-
5 вчера
-
6 вечером
вечеромнареч τό βράδυ, τό ἐσπέρας:сегодня \вечером σήμερα τό βράδυ· поздно \вечером ἀργά τό βράδυ. -
7 вечер
вечер м 1) βράδυ по \вечерам τα βράδια 2) (мероприятие ) η βραδιά танцевальный \вечер η χοροεσπερίδα ли тературный \вечер η φιλολογική βραδιά· у нас сегодня \вечер έχουμε βραδιά απόψε ◇ добрый \вечер! καλησπέρα! вечерний βραδινός, εσπερινός νυχτερινός \вечерее платье το βραδινό φόρεμα, η βραδινή τουαλέτα \вечерие курсы η νυχτερινή σχολή \вечерие занятия τα νυχτερινά μαθήματα* * *м1) βράδυпо ве́чера́м — τα βράδια
2) ( мероприятие) η βραδιάтанцева́льный ве́чер — η χοροεσπερίδα
литерату́рный ве́чер — η φιλολογική βραδιά
у нас сего́дня ве́чер — έχουμε βραδιά απόψε
••до́брый ве́чер! — καλησπέρα!
-
8 до
I до свидания! γεια χαρά!, χαίρετε! αντίο! καλή αντά μωση (до встречи) II до 1) ως, έως, μέχρι, ίσαμε до десяти часов утра μέχρι τις δέκα το πρωί от пяти до десяти часов вечера από τις πέντε με δέκα το βράδυ до сих пор ως τώρα (о времени), ως εδώ (о расстоянии)' до тридцати человек μέχρι τριάν τα άτομα дети до 16 лет τα παιδιά κάτω των δεκαέξι ετών 2) (прежде, перед) πριν, προ до нашего прихода πριν να ρθούμε; до нашей эры προ Χριστού* * *1) ως, έως, μέχρι, ίσαμεдо десяти́ часо́в утра́ — μέχρι τις δέκα το πρωί
от пяти́ до десяти́ часо́в ве́чера — από τις πέντε με δέκα το βράδυ
до сих по́р — ως τώρα ( о времени), ως εδώ ( о расстоянии)
до тридцати́ челове́к — μέχρι τριάντα άτομα
де́ти до 16 лет — τα παιδιά κάτω των δεκαέξι ετών
2) (прежде, перед) πριν, προдо на́шего прихо́да — πριν να ρθούμε
до на́шей э́ры — προ Χριστού
-
9 завтра
завтра αύριο \завтра утром (днём, вечером) αύριο το πρωί (το μεσημέρι, το βράδυ)* * *за́втра у́тром (днём, ве́чером) — αύριο το πρωί (το μεσημέρι, το βράδυ)
-
10 к
к (ко ) 1) (о направлении) σε, για προς иди ко мне! έλα σ'εμένα! подойдём к ним (ας) πάμε κοντά τους 2) (о времени) κατά, προς; приходите к пяти часам ελάτε κατά τις πέντε; κ вечеру κατά το βράδυ 3) (по отношению к) προς, για любовь к родине η αγάπη προς την πατρίδα* * *= ко1) ( о направлении) σε, για; προςиди́ ко мне! — έλα σ'εμένα!
2) ( о времени) κατά, προςприходи́те к пяти́ часа́м — ελάτε κατά τις πέντε
к ве́черу — κατά το βράδυ
3) ( по отношению к) προς, γιαлюбо́вь к ро́дине — η αγάπη προς την πατρίδα
-
11 накануне
накануне την παραμονή, στις παραμονές* \накануне утром (вечером) την παραμονή το πρωί ( το βράδυ)* * *την παραμονή, στις παραμονέςнакану́не у́тром (ве́чером) — την παραμονή το πρωί (το βράδυ)
-
12 под
под (подо ) 1) (ниже) κάτω από· \под столом κάτω από το τραπέζι 2) (вблизи) πλησίον κοντά σε· \под Москвой κοντά στη Μόσχα 3) (о времени) προς, κατά· \под вечер κατά το Βράδυ- \под конец στο τέλος·◇ \под мрамор σε μάρμαρο* \под аккомпанемент гитары με τη συνοδεία κιθάρας· \под влиянием κάτω από την επιρροή (или επίδραση)* * *1) ( ниже) κάτω απόпод столо́м — κάτω από το τραπέζι
2) ( вблизи) πλησίον κοντά σεпод Москво́й — κοντά στη Μόσχα
3) ( о времени) προς, κατάпод ве́чер — κατά το βράδυ
под коне́ц — στο τέλος
••под мра́мор — σε μάρμαρο
под аккомпанеме́нт гита́ры — με τη συνοδεία κιθάρας
под влия́нием — κάτω από την επιρροή ( или επίδραση)
-
13 поздно
поздно αργά· уже \поздно είναι πια αργά· \поздно вечером αργά το βράδυ* * *уже́ по́здно — είναι πια αργά
по́здно ве́чером — αργά το βράδυ
-
14 самый
самый 1. (в знач. именно) αυτός, ο ίδιος· с \самыйого утра από πρωί πρωί* в \самыйом начале από την αρχή; до \самыйого вечера ως το βράδυ· до \самыйого дома μέχρι το σπίτι" в то \самыйое время την ίδια ώρα 2. (при образовании превосх. ст.) πιο* \самый сильный о πιο δυνατός; \самыйое главное το κυριότερο ◇ в \самыйом деле αλήθεια, πραγματικά* * *1. в знач. именноαυτός, ο ίδιοςс са́мого утра́ — από πρωί πρωί
в са́мом нача́ле — από την αρχή
до са́мого ве́чера — ως το βράδυ
до са́мого до́ма — μέχρι το σπίτι
2. при образовании превосх. ст.в то са́мое вре́мя — την ίδια ώρα
са́мый си́льный — ο πιο δυνατός
са́мое гла́вное — το κυριότερο
••в са́мом де́ле — αλήθεια, πραγματικά
-
15 сегодня
-
16 час
час м η ώρα; два \часа δυο ώρες; полтора \часа μιάμιση ώρα; через \час ύστερα από μια ώρα, σε μια ώρα; который \час? τι ώρα είναι; в \час дня στη μία το μεσημέρι, στη μία η ώρα; в двенадцать \часов дня στις δώδεκα η ώρα; в восемь \часов вечера (утра) στις οχτώ το βράδυ (το πρωί)· за \час до... μια ώρα πριν...* * *мη ώραдва часа́ — δυο ώρες
полтора́ часа́ — μιάμιση ώρα
че́рез час — ύστερα από μια ώρα, σε μια ώρα
кото́рый час? — τι ώρα είναι
в двена́дцать часо́в дня — στις δώδεκα η ώρα
в во́семь часо́в ве́чера (утра́) — στις οχτώ το βράδυ (το πρωί)
за час до... — μια ώρα πριν…
-
17 заря
-и, πλθ. зори, зорь, зарям κ. зорям, θ.1. αυγή, χαραυγή, όρθρος, διαύγασμα•вечерняя заря λυκόφως•
утренняя заря λυκαυγές•
румяная заря ροδοχάραμα, ροδοδάκτυλη αυγή•
загорелась заря ρόδισε η αυγή.
|| (για χρόνο)•в -е ή с -ею την αυγή, με το φέξιμο•
заря занимается ξημερώνει, φέγγει.
2. μτφ. αρχή, απαρχή•заря счастья αυγή της ευτυχίας•
на -е новой жизни στην αυγή (ή στο κατώφλι) της καινούριας ζωής.
3. (στρατ.) αιτ. зорю σάλπισμα εγερτηρίου ή σιωπητηρίου•бить ή играть зорю χτυπώ (σημαίνω) εγερτήρια ή σιωπητήριο.
εκφρ.от -и до -и – α) από την αυγή ως το βράδυ (ολημερίς), β) από το βραδύ ως το πρωί (ολονυχτίς). -
18 вечер
вечерм1. τό βράδυ, τό ἐσπέρας, ἡ ἐσπέρα, τό δείλι:добрый \вечер! καλησπέρα!· под вечер τό δειλινό, κατά τό σούρουπό с \вечера ἀποβραδίς, ἀποσπερίς· по \вечерам τά βράδυα·2. (собрание) ἡ βραδιά, ἡ ἐσπερίδα [-ίς]:литературный (музыкальный) \вечер ἡ φιλολογική (ή μουσική) βραδιά· танцевальный \вечер ἡ χοροεσπερίδα· \вечер памяти кого́-л. βραδιά ἀφιερωμένη στή μνήμη κάποιου. -
19 вплоть
вплоть(до) нареч ὠς, ἕως τό, μέχρι, ἴσαμε:\вплоть до вечера... ὡς τό βράδυ... -
20 вчера
вчеранареч χθες, ἐχθές, χτές:\вчера вечером ψές τό βράδυ, χθές τό ἐσπέρας· \вчера днем χθές τό ἀπόγευμα.
См. также в других словарях:
βράδυ — το και βράδι και βραδί (Μ βράδυ και βραδίν) 1. το χρονικό διάστημα από τη δύση του ηλίου ως τον ερχομό της νύχτας, η περίοδος του λυκόφωτος νεοελλ. φρ. α) «πρωί βράδι» διαρκώς β) «άλλα λένε το βραδί κι άλλα κάνουν το ταχύ» ή «άλλα το πρωί κι άλλα … Dictionary of Greek
βράδυ — το 1. η ώρα από τη δύση του ήλιου ως τη νύχτα: Δουλεύει από το πρωί ως το βράδυ. 2. το σκοτάδι της νύχτας: Μας έπιασε το βράδυ κι ακόμη δεν τελειώσαμε τη δουλειά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βραδυ- — [ΕΤΥΜΟΛ. < βραδύς. Α΄ συνθετικό αρκετών λέξεων της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής που δηλώνει: 1. Την αργή, βραδεία κίνηση. Πρβλ. βραδυκίνητος, βραδυπλοώ αρχ. βραδυβάμων, βραδύπους, βραδυσκελής νεοελλ. βραδύπλους 2. Αυτό που γίνεται ή … Dictionary of Greek
βραδύ — βραδύς slow masc voc sg βραδύς slow neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνηι — βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow aor subj mid 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow aor subj act 3rd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres subj mp 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres ind mp 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνῃ — βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow aor subj mid 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow aor subj act 3rd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres subj mp 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres ind mp 2nd sg βραδύ̱νῃ , βραδύνω make slow pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βράδυν' — βράδῡνε , βραδύνω make slow pres imperat act 2nd sg βράδῡναι , βραδύνω make slow aor imperat mid 2nd sg βράδῡνα , βραδύνω make slow aor ind act 1st sg (homeric ionic) βράδῡνε , βραδύνω make slow aor ind act 3rd sg (homeric ionic) βράδῡνε ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνετε — βραδύ̱νετε , βραδύνω make slow aor subj act 2nd pl (epic) βραδύ̱νετε , βραδύνω make slow pres imperat act 2nd pl βραδύ̱νετε , βραδύνω make slow pres ind act 2nd pl βραδύ̱νετε , βραδύνω make slow imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνω — βραδύ̱νω , βραδύνω make slow aor subj act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow pres subj act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow pres ind act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνει — βραδύ̱νει , βραδύνω make slow aor subj act 3rd sg (epic) βραδύ̱νει , βραδύνω make slow pres ind mp 2nd sg βραδύ̱νει , βραδύνω make slow pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδύνομεν — βραδύ̱νομεν , βραδύνω make slow aor subj act 1st pl (epic) βραδύ̱νομεν , βραδύνω make slow pres ind act 1st pl βραδύ̱νομεν , βραδύνω make slow imperf ind act 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)